δημόσυνος: Difference between revisions

From LSJ

καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)

Source
(big3_11)
 
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=(δημόσῠνος) , -ον<br />[[del pueblo]], [[público]] dud., quizá epít. de Ártemis (aunque tal vez sent. adv. [[públicamente]], [[a expensas públicas]]) Ἀμβρόσιος καὶ [[Διοπείθης]] δημοσύνῃ με ἀνέθηκαν Ἀρτέμιδι <i>CEG</i> 784.1 (Ática IV/III a.C.).
|dgtxt=(δημόσῠνος) δημοσύνη, δημόσυνον<br />[[del pueblo]], [[público]] dud., quizá epít. de Ártemis (aunque tal vez sent. adv. [[públicamente]], [[a expensas públicas]]) Ἀμβρόσιος καὶ [[Διοπείθης]] δημοσύνῃ με ἀνέθηκαν Ἀρτέμιδι <i>CEG</i> 784.1 (Ática IV/III a.C.).
}}
}}

Latest revision as of 17:57, 2 February 2024

Spanish (DGE)

(δημόσῠνος) δημοσύνη, δημόσυνον
del pueblo, público dud., quizá epít. de Ártemis (aunque tal vez sent. adv. públicamente, a expensas públicas) Ἀμβρόσιος καὶ Διοπείθης δημοσύνῃ με ἀνέθηκαν Ἀρτέμιδι CEG 784.1 (Ática IV/III a.C.).