δισήμαντος: Difference between revisions

From LSJ

ὑπὸ δὲ οἴστρου ἀεὶ ἑλκομένη ψυχή → a soul always dragged along by the fury of passion

Source
(big3_12)
 
(9)
 
Line 1: Line 1:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον [[de significado doble]] Eust.948.3.
|dgtxt=-ον [[de significado doble]] Eust.948.3.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που έχει δύο σημασίες, διφορούμενος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>δισ</i>- (<b>βλ.</b> <i>δις</i>) <span style="color: red;">+</span> [[σημαίνω]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στην [[εφημερίδα]] <i>Ακρόπολις</i>].
}}
}}

Latest revision as of 07:04, 29 September 2017

Spanish (DGE)

-ον de significado doble Eust.948.3.

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που έχει δύο σημασίες, διφορούμενος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δισ- (βλ. δις) + σημαίνω. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στην εφημερίδα Ακρόπολις].