ενορχήστρωση: Difference between revisions

From LSJ

Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn

Menander, Monostichoi, 524
(12)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br /><b>1.</b> η [[κατανομή]] τών φθόγγων μιας μουσικής σύνθεσης στα, όργανα τα οποία θα τήν εκτελέσουν<br /><b>2.</b> ο [[αρμονικός]] [[συνδυασμός]] τών διαφόρων [[μερών]] της ορχήστρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου (<b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>orchestration</i>, <i>instrumentation</i>). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην [[εφημερίδα]] <i>Εφημερίς</i>].
|mltxt=η<br /><b>1.</b> η [[κατανομή]] τών φθόγγων μιας μουσικής σύνθεσης στα, όργανα τα οποία θα τήν εκτελέσουν<br /><b>2.</b> ο [[αρμονικός]] [[συνδυασμός]] τών διαφόρων [[μερών]] της ορχήστρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου ([[πρβλ]]. αγγλ. <i>orchestration</i>, <i>instrumentation</i>). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην [[εφημερίδα]] <i>Εφημερίς</i>].
}}
}}

Latest revision as of 08:40, 23 August 2021

Greek Monolingual

η
1. η κατανομή τών φθόγγων μιας μουσικής σύνθεσης στα, όργανα τα οποία θα τήν εκτελέσουν
2. ο αρμονικός συνδυασμός τών διαφόρων μερών της ορχήστρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. orchestration, instrumentation). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Εφημερίς].