Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

λεμβίτης: Difference between revisions

From LSJ

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
(22)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br />[[ναύτης]] πολεμικού πλοίου που ανήκει σε [[πλήρωμα]] λέμβου, αλλ. [[εφολκίτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λέμβος]]. Η λ. [[είναι]] πιθ. [[απόδοση]] στην ελλ. ξεν. όρου, <b>[[πρβλ]].</b> γαλλ. <i>canotier</i>, και μαρτυρείται από το 1887 στον Ηλ. Κανελλόπουλο].
|mltxt=ο<br />[[ναύτης]] πολεμικού πλοίου που ανήκει σε [[πλήρωμα]] λέμβου, αλλ. [[εφολκίτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λέμβος]]. Η λ. [[είναι]] πιθ. [[απόδοση]] στην ελλ. ξεν. όρου, [[πρβλ]]. γαλλ. <i>canotier</i>, και μαρτυρείται από το 1887 στον Ηλ. Κανελλόπουλο].
}}
}}

Latest revision as of 14:30, 23 August 2021

Greek Monolingual

ο
ναύτης πολεμικού πλοίου που ανήκει σε πλήρωμα λέμβου, αλλ. εφολκίτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λέμβος. Η λ. είναι πιθ. απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. canotier, και μαρτυρείται από το 1887 στον Ηλ. Κανελλόπουλο].