αμμωρολόγιον: Difference between revisions

From LSJ

ἥσθην πατέρα τὸν ἀμὸν εὐλογοῦντά σε → I was pleased to hear you praising my father

Source
(3)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το<br />το [[αμμωτό]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άμμος]] <span style="color: red;">+</span> [[ωρολόγιον]]. Η λ. πλάστηκε από τον Δημ. Βικέλα].
|mltxt=το<br />το [[αμμωτό]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άμμος]] <span style="color: red;">+</span> [[ωρολόγιον]]. Η λ. πλάστηκε από τον Δημ. Βικέλα].
}}
}}

Latest revision as of 23:30, 29 December 2020

Greek Monolingual

το
το αμμωτό.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άμμος + ωρολόγιον. Η λ. πλάστηκε από τον Δημ. Βικέλα].