αμυλόζη: Difference between revisions
From LSJ
Κακὸν φέρουσι καρπὸν οἱ κακοὶ φίλοι → Evil friends bear evil fruit → Malo ex amico fructus oritur pessimus → Ertrag, den schlechte Freunde bringen, der ist schlecht
(3) |
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η <b>βιοχ.</b><br />μία από τις δύο μορφές του αμύλου (η [[άλλη]] [[είναι]] η [[αμυλοπηκτίνη]]).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ελληνογενές <span style="color: red;"><</span> [[άμυλο]](<i>ν</i>) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>όζη</i>, | |mltxt=η <b>βιοχ.</b><br />μία από τις δύο μορφές του αμύλου (η [[άλλη]] [[είναι]] η [[αμυλοπηκτίνη]]).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ελληνογενές <span style="color: red;"><</span> [[άμυλο]](<i>ν</i>) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>όζη</i>, πρβλ. αγγλ. <i>amylose</i>]. | ||
}} | }} |
Revision as of 10:40, 23 December 2018
Greek Monolingual
η βιοχ.
μία από τις δύο μορφές του αμύλου (η άλλη είναι η αμυλοπηκτίνη).
[ΕΤΥΜΟΛ. Ελληνογενές < άμυλο(ν) + κατάλ. -όζη, πρβλ. αγγλ. amylose].