ἀμφορείδιον: Difference between revisions
From LSJ
(3) |
(1) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀμφορείδιον]], το (Α) [[ἀμφορεύς]]<br />(υποκοριστικό του [[ἀμφορεύς]]), [[μικρός]] [[αμφορέας]], [[κανατάκι]]. | |mltxt=[[ἀμφορείδιον]], το (Α) [[ἀμφορεύς]]<br />(υποκοριστικό του [[ἀμφορεύς]]), [[μικρός]] [[αμφορέας]], [[κανατάκι]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀμφορείδιον:''' τό небольшая амфора Arph. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:08, 31 December 2018
English (LSJ)
(not -ίδιον), τό, Dim. of ἀμφορεύς, Ar.Pax202, al.
German (Pape)
[Seite 146] τό, dim. von ἀμφορεύς, Ar. P. 202 Eccl. 1119.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμφορείδιον: (οὐχὶ -ίδιον), τό, ὑποκορ. τοῦ ἑπομ., Ἀριστοφ. Εἰρ. 202, κτλ.
Spanish (DGE)
-ου, τό
ánfora pequeña Ar.Pax 202, Ec.1119, Poll.10.30.
Greek Monolingual
ἀμφορείδιον, το (Α) ἀμφορεύς
(υποκοριστικό του ἀμφορεύς), μικρός αμφορέας, κανατάκι.
Russian (Dvoretsky)
ἀμφορείδιον: τό небольшая амфора Arph.