Βακχείον: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύgood is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity

Source
(7)
 
m (Text replacement - "εῑον" to "εῖον")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=Βακχεῑον, το (Α)<br /><b>1.</b> ο [[ναός]] του Βάκχου<br /><b>2.</b> η βακχική [[μανία]]<br /><b>3.</b> <b>πληθ.</b> <i>Βακχεῑα</i> και <i>Βάκχια</i>, <i>τα</i><br />τα βακχικά όργια.
|mltxt=Βακχεῖον, το (Α)<br /><b>1.</b> ο [[ναός]] του Βάκχου<br /><b>2.</b> η βακχική [[μανία]]<br /><b>3.</b> <b>πληθ.</b> <i>Βακχεῑα</i> και <i>Βάκχια</i>, <i>τα</i><br />τα βακχικά όργια.
}}
}}

Revision as of 10:22, 24 August 2022

Greek Monolingual

Βακχεῖον, το (Α)
1. ο ναός του Βάκχου
2. η βακχική μανία
3. πληθ. Βακχεῑα και Βάκχια, τα
τα βακχικά όργια.