κατακίρνημι: Difference between revisions

From LSJ

γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules

Source
(19)
(2b)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κατακίρνημι]] (Α)<br />(<b>ποιητ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[κατακεράννυμι]].
|mltxt=[[κατακίρνημι]] (Α)<br />(<b>ποιητ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[κατακεράννυμι]].
}}
{{elru
|elrutext='''κατακίρνημι:''' (только pass. κατακίρνᾰμαι) Anth. = [[κατακεράννυμι]].
}}
}}

Revision as of 13:02, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατακίρνημι Medium diacritics: κατακίρνημι Low diacritics: κατακίρνημι Capitals: ΚΑΤΑΚΙΡΝΗΜΙ
Transliteration A: katakírnēmi Transliteration B: katakirnēmi Transliteration C: katakirnimi Beta Code: kataki/rnhmi

English (LSJ)

   A = κατακεράννυμι, in Pass., Longin.15.9, AP9.362.12, Iamb.in Nic.p.119P.:—also κατακηλ-κιρνάω, Id.Protr.21.ισ.

Greek (Liddell-Scott)

κατακίρνημι: ποιητικὸν ἀντὶ κατακεράννυμι, μιγνύω, μετριάζω, ἡ ὑγρότης κατεκίρνα τὸ ἄγαν θερμὸν Ἀλέξ. Ἀφρ.· Προβλ. 2, 70, καὶ Παθ., ῥητορικὴ κατακιρναμένη ταῖς ἐπιχειρήσεσι Λογγῖνος 15. 9· εὐωδία κατακιρναμένη τῷ περιέχοντι ἀέρι Κασσ. Προβλ. 35.

Greek Monolingual

κατακίρνημι (Α)
(ποιητ. τ.) βλ. κατακεράννυμι.

Russian (Dvoretsky)

κατακίρνημι: (только pass. κατακίρνᾰμαι) Anth. = κατακεράννυμι.