κιστίς: Difference between revisions

From LSJ

κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart

Source
(20)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κιστίς]], -[[ίδος]] και κίστεως, ἡ (Α)<br />μικρό [[κιβώτιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κίστη]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>is</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>θυρ</i>-<i>ίς</i>, <i>πινακ</i>-<i>ίς</i>)].
|mltxt=[[κιστίς]], -[[ίδος]] και κίστεως, ἡ (Α)<br />μικρό [[κιβώτιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κίστη]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>is</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>θυρ</i>-<i>ίς</i>, <i>πινακ</i>-<i>ίς</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κιστίς:''' -[[ίδος]], ἡ, υποκορ. του [[κίστη]], σε Αριστοφ.
}}
}}

Revision as of 23:52, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κιστίς Medium diacritics: κιστίς Low diacritics: κιστίς Capitals: ΚΙΣΤΙΣ
Transliteration A: kistís Transliteration B: kistis Transliteration C: kistis Beta Code: kisti/s

English (LSJ)

ίδος (εως Nic.Dam.52 J.), ἡ, Dim. of κίστη, Hp.Mul.1.104, dub. in Hld.4.11; κιστίδος used to balance ἀσπίδος, Ar.Ach.1138.

German (Pape)

[Seite 1443] ίδος, ἡ, dim. von κίστη, mit Anspielung auf κύστις, Ar. Ach. 1138.

Greek (Liddell-Scott)

κιστίς: -ίδος, ἡ, ὑποκορ. τοῦ κίστη, Ἱππ. 635. 52· ἴδε ἐν λέξ. κίστη.

Greek Monolingual

κιστίς, -ίδος και κίστεως, ἡ (Α)
μικρό κιβώτιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κίστη + υποκορ. κατάλ. -is (πρβλ. θυρ-ίς, πινακ-ίς)].

Greek Monotonic

κιστίς: -ίδος, ἡ, υποκορ. του κίστη, σε Αριστοφ.