κρυπτήρ: Difference between revisions
From LSJ
βορβόρῳ δ' ὕδωρ λαμπρὸν μιαίνων οὔποθ' εὑρήσεις ποτόν → once limpid waters are stained with mud, you'll never find a drink
(22) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kryptir | |Transliteration C=kryptir | ||
|Beta Code=krupth/r | |Beta Code=krupth/r | ||
|Definition=ῆρος, ὁ, = sq., | |Definition=ῆρος, ὁ, = sq., [[τόποι]] Sch.<span class="bibl">Opp.<span class="title">H.</span>3.235</span>. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κρυπτήρ]], -ῆρος, ὁ (Α) [[κρύπτω]]<br />[[κρυπτήριος]], [[κατάλληλος]] για [[απόκρυψη]], για να κρυφτεί [[κάποιος]] ή [[κάτι]] («κρυπτήρες τόποι», Σχολ. στον Οππ. Αλ.). | |mltxt=[[κρυπτήρ]], -ῆρος, ὁ (Α) [[κρύπτω]]<br />[[κρυπτήριος]], [[κατάλληλος]] για [[απόκρυψη]], για να κρυφτεί [[κάποιος]] ή [[κάτι]] («κρυπτήρες τόποι», Σχολ. στον Οππ. Αλ.). | ||
}} | }} |
Revision as of 18:40, 7 July 2020
English (LSJ)
ῆρος, ὁ, = sq., τόποι Sch.Opp.H.3.235.
Greek Monolingual
κρυπτήρ, -ῆρος, ὁ (Α) κρύπτω
κρυπτήριος, κατάλληλος για απόκρυψη, για να κρυφτεί κάποιος ή κάτι («κρυπτήρες τόποι», Σχολ. στον Οππ. Αλ.).