χαλκομόλυβδος: Difference between revisions

From LSJ

Χωρὶς γυναικὸς ἀνδρὶ κακὸν οὐ γίγνεται → Non ullum sine muliere fit malum viro → Kein Unglück widerfährt dem Mann, der ledig bleibt

Menander, Monostichoi, 541
(13)
 
(46)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=xalkomo/lubdos
|Beta Code=xalkomo/lubdos
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">alloy of copper and lead</b>, Maria ap. Olymp.Alch.p.93B.</span>
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">alloy of copper and lead</b>, Maria ap. Olymp.Alch.p.93B.</span>
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(μεταλργ.)</b> [[κράμα]] χαλκού και μολύβδου, [[συχνά]], [[σήμερα]], προσμεμιγμένο με κασσίτερο, [[νικέλιο]] και [[αντιμόνιο]], το οποίο χρησιμοποιείται ως αντιτριβικό [[κράμα]], αλλ. ρόδινο [[μέταλλο]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[κράμα]] χαλκού και μολύβδου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χαλκ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[μόλυβδος]]. Ως τεχνολ. όρος της νεοελλ. η λ. [[είναι]] [[απόδοση]] ξεν. όρου, <b>πρβλ.</b> γαλλ. <i>cuproplomb</i>].
}}
}}

Revision as of 13:00, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χαλκομόλυβδος Medium diacritics: χαλκομόλυβδος Low diacritics: χαλκομόλυβδος Capitals: ΧΑΛΚΟΜΟΛΥΒΔΟΣ
Transliteration A: chalkomólybdos Transliteration B: chalkomolybdos Transliteration C: chalkomolyvdos Beta Code: xalkomo/lubdos

English (LSJ)

ὁ,

   A alloy of copper and lead, Maria ap. Olymp.Alch.p.93B.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
νεοελλ.
(μεταλργ.) κράμα χαλκού και μολύβδου, συχνά, σήμερα, προσμεμιγμένο με κασσίτερο, νικέλιο και αντιμόνιο, το οποίο χρησιμοποιείται ως αντιτριβικό κράμα, αλλ. ρόδινο μέταλλο
αρχ.
κράμα χαλκού και μολύβδου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκ(ο)- + μόλυβδος. Ως τεχνολ. όρος της νεοελλ. η λ. είναι απόδοση ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. cuproplomb].