νυκτέριος: Difference between revisions
From LSJ
(27) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[νυκτέριος]], -ία, -ον, θηλ. και -ος (Α) [[νύκτερος]]<br />[[νυχτερινός]]. | |mltxt=[[νυκτέριος]], -ία, -ον, θηλ. και -ος (Α) [[νύκτερος]]<br />[[νυχτερινός]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''νυκτέριος:''' -α, -ον και -ος, -ον, = το προηγ., σε Λουκ., Ανθ. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:54, 30 December 2018
English (LSJ)
α, ον, also ος, ον Luc.Peregr.28 :— = foreg., Orph.H.49.3 ;
A γλαῦξ Arat. 999 ; ἔργον AP9.403 (Maec.).
Greek (Liddell-Scott)
νυκτέριος: -α, -ον, καὶ ος, ον, Λουκ. Περεγρ. 28· = τῷ προηγ., Ὀρφ. Ὕμν. 48, Ἄρατ. 999, Ἀνθ. Π. 9. 403.
French (Bailly abrégé)
α ou ος, ον :
c. νυκτερινός.
Greek Monolingual
νυκτέριος, -ία, -ον, θηλ. και -ος (Α) νύκτερος
νυχτερινός.
Greek Monotonic
νυκτέριος: -α, -ον και -ος, -ον, = το προηγ., σε Λουκ., Ανθ.