πάγγλωσσος: Difference between revisions
From LSJ
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
(30) |
(5) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[πάγγλωσσος]], -ον (ΑΜ, Μ και πάγγλωττος, -ον)<br />αυτός που μιλά όλες τις γλώσσες («πάγλωσσον [[γένος]]», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>μσν.</b><br />(για [[τόπο]]) αυτός στον οποίο μιλιούνται όλες οι γλώσσες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>γλωσσος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γλώσσα]]), με αφομοιωτική [[τροπή]] του -<i>ν</i>- σε -<i>γ</i>-]. | |mltxt=[[πάγγλωσσος]], -ον (ΑΜ, Μ και πάγγλωττος, -ον)<br />αυτός που μιλά όλες τις γλώσσες («πάγλωσσον [[γένος]]», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>μσν.</b><br />(για [[τόπο]]) αυτός στον οποίο μιλιούνται όλες οι γλώσσες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>γλωσσος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γλώσσα]]), με αφομοιωτική [[τροπή]] του -<i>ν</i>- σε -<i>γ</i>-]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''πάγγλωσσος:''' ή -ττος, -ον, αυτός που μιλάει όλες τις γλώσσες. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:16, 30 December 2018
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui parle toutes les langues.
Étymologie: πᾶς, γλῶσσα.
Greek Monolingual
πάγγλωσσος, -ον (ΑΜ, Μ και πάγγλωττος, -ον)
αυτός που μιλά όλες τις γλώσσες («πάγλωσσον γένος», επιγρ.)
μσν.
(για τόπο) αυτός στον οποίο μιλιούνται όλες οι γλώσσες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + -γλωσσος (< γλώσσα), με αφομοιωτική τροπή του -ν- σε -γ-].
Greek Monotonic
πάγγλωσσος: ή -ττος, -ον, αυτός που μιλάει όλες τις γλώσσες.