φαλληφόρια: Difference between revisions

From LSJ

δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives

Source
(44)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[φαλλοφόρια]], τα, ΝΑ<br />(ενν. <i>ιερά</i>) (στην αρχ. [[Ελλάδα]]) [[πομπή]] [[προς]] τιμήν του Διονύσου, που αποτελούσε [[μέρος]] όλων τών διονυσιακών εορτών, συνδεόταν [[κυρίως]] με τα κατ' αγρούς [[Διονύσια]], γινόταν ταυτόχρονα με το [[άνοιγμα]] του νέου κρασιού και είχε επικεφαλής της τον φαλλό, που συμβόλιζε τον ίδιο τον θεό [[αλλά]] και την γονιμοποιό [[δύναμη]] γενικότερα, αλλ. [[φαλληφορία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φαλλός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>φόρια</i> (<span style="color: red;"><</span> -[[φόρος]] <span style="color: red;"><</span> [[φέρω]]). Το -<i>η</i>- του τ. [[φαλληφόρια]], πιθ. αναλογικά [[προς]] το [[στεφανηφόρια]].
|mltxt=και [[φαλλοφόρια]], τα, ΝΑ<br />(ενν. <i>ιερά</i>) (στην αρχ. [[Ελλάδα]]) [[πομπή]] [[προς]] τιμήν του Διονύσου, που αποτελούσε [[μέρος]] όλων τών διονυσιακών εορτών, συνδεόταν [[κυρίως]] με τα κατ' αγρούς [[Διονύσια]], γινόταν ταυτόχρονα με το [[άνοιγμα]] του νέου κρασιού και είχε επικεφαλής της τον φαλλό, που συμβόλιζε τον ίδιο τον θεό [[αλλά]] και την γονιμοποιό [[δύναμη]] γενικότερα, αλλ. [[φαλληφορία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φαλλός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>φόρια</i> (<span style="color: red;"><</span> -[[φόρος]] <span style="color: red;"><</span> [[φέρω]]). Το -<i>η</i>- του τ. [[φαλληφόρια]], πιθ. αναλογικά [[προς]] το [[στεφανηφόρια]].
}}
{{elru
|elrutext='''φαλληφόρια:''' τά (sc. [[ἱερά]]) фаллефории (празднество и торжественное шествие в честь фаллического божества) Plut.
}}
}}

Revision as of 05:28, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φαλληφόρια Medium diacritics: φαλληφόρια Low diacritics: φαλληφόρια Capitals: ΦΑΛΛΗΦΟΡΙΑ
Transliteration A: phallēphória Transliteration B: phallēphoria Transliteration C: falliforia Beta Code: fallhfo/ria

English (LSJ)

τά,

   A festival of Dionysus in which a phallus was carried in procession, ib.355e.

German (Pape)

[Seite 1253] τά, sc. ἱερά, ein Fest, wobei der Phallos vorgetragen, das dem Phallos gefeiert wurde, Plut. Is. et Os. 35.

Greek (Liddell-Scott)

φαλληφόρια: (ἐξυπακ. ἱερά), τά, ἑορτὴ τοῦ Βάκχου, καθ’ ἣν περιήγετο ἐν πομπῇ φαλλός, Πλούτ. 2. 355Ε ― φαλληφορέω, αὐτόθι 365C.

Greek Monolingual

και φαλλοφόρια, τα, ΝΑ
(ενν. ιερά) (στην αρχ. Ελλάδα) πομπή προς τιμήν του Διονύσου, που αποτελούσε μέρος όλων τών διονυσιακών εορτών, συνδεόταν κυρίως με τα κατ' αγρούς Διονύσια, γινόταν ταυτόχρονα με το άνοιγμα του νέου κρασιού και είχε επικεφαλής της τον φαλλό, που συμβόλιζε τον ίδιο τον θεό αλλά και την γονιμοποιό δύναμη γενικότερα, αλλ. φαλληφορία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φαλλός + -φόρια (< -φόρος < φέρω). Το -η- του τ. φαλληφόρια, πιθ. αναλογικά προς το στεφανηφόρια.

Russian (Dvoretsky)

φαλληφόρια: τά (sc. ἱερά) фаллефории (празднество и торжественное шествие в честь фаллического божества) Plut.