ἐπιστράτευσις: Difference between revisions
From LSJ
Γυναικὶ μὴ πίστευε τὸν σαυτοῦ βίον → Cave salutem feminae credas tuam → Vertraue keiner Frau je an dein Lebensgut
(4) |
(2) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἐπιστράτευσις:''' -εως, ἡ, = το προηγ., σε Ηρόδ. | |lsmtext='''ἐπιστράτευσις:''' -εως, ἡ, = το προηγ., σε Ηρόδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐπιστράτευσις:''' εως ἡ Her. = [[ἐπιστρατεία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:40, 31 December 2018
English (LSJ)
εως, ἡ, = foreg., Hdt.3.4.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιστράτευσις: -εως, ἡ, = τῷ προηγ., Ἡρόδ. 3. 4.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
expédition contre.
Étymologie: ἐπιστρατεύω.
Greek Monotonic
ἐπιστράτευσις: -εως, ἡ, = το προηγ., σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
ἐπιστράτευσις: εως ἡ Her. = ἐπιστρατεία.