ἀνισότης: Difference between revisions
From LSJ
Φεύγειν ἀεὶ δεῖ δεσπότας θυμουμένους → Fugiendus herus est semper ira percitus → Geh einem Herr, der zornig ist, stets aus dem Weg
(3) |
(1) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀνῐσότης:''' -ητος, ἡ ([[ἄνισος]]), [[ανισότητα]], σε Πλάτ. κ.λπ. | |lsmtext='''ἀνῐσότης:''' -ητος, ἡ ([[ἄνισος]]), [[ανισότητα]], σε Πλάτ. κ.λπ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀνῐσότης:''' ητος ἡ неравенство Plat., Arst. | |||
}} | }} |
Revision as of 09:32, 31 December 2018
English (LSJ)
ητος, ἡ,
A inequality, Pl.Phd.74c, al., Arist.Pol.1302a26, etc.: pl., Procl.Hyp.5.3.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνῐσότης: -ητος, ἡ, ἔλλειψις ἰσότητος, Πλάτ. Φαίδων 74Β, καὶ ἀλλαχοῦ, Ἀριστ. Πολ. 5. 1, 7, καὶ ἀλλαχοῦ.
French (Bailly abrégé)
ητος (ἡ) :
inégalité.
Étymologie: ἄνισος.
Spanish (DGE)
-ητος, ἡ
1 desigualdad Pl.Phd.74c, Prm.140e, Ti.58a, Eutoc.10.28, Arist.Pol.1302a26
•de un ángulo, Hero Def.136.10, 11, de dos figuras por sus dimensiones, Procl.Hyp.5.3
•ἐκ μὲν ἀνισότητος ἰσότητα Ph.2.367, ἀ. ἡ ἀδικίας ἀρχή Ph.2.558.
2 injusticia Cyr.Al.M.71.289B.
Greek Monotonic
ἀνῐσότης: -ητος, ἡ (ἄνισος), ανισότητα, σε Πλάτ. κ.λπ.
Russian (Dvoretsky)
ἀνῐσότης: ητος ἡ неравенство Plat., Arst.