καταίβασις: Difference between revisions

From LSJ

τοῖσι ἐμφανέσι τὰ μὴ γινωσκόμενα τεκμαιρόμενος → judge of the unknown by the known

Source
(5)
(2b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''καταίβᾰσις:''' -εως, ἡ, ποιητ. αντί [[κατάβασις]], σε Ανθ.
|lsmtext='''καταίβᾰσις:''' -εως, ἡ, ποιητ. αντί [[κατάβασις]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''καταίβᾰσις:''' ἡ Anth. = [[κατάβασις]].
}}
}}

Revision as of 11:52, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταίβᾰσις Medium diacritics: καταίβασις Low diacritics: καταίβασις Capitals: ΚΑΤΑΙΒΑΣΙΣ
Transliteration A: kataíbasis Transliteration B: kataibasis Transliteration C: kataivasis Beta Code: katai/basis

English (LSJ)

εως, ἡ, poet. for κατάβασις, AP11.23 (Antip.).

Greek (Liddell-Scott)

καταίβᾰσις: -εως, ἡ, ποιητ. ἀντὶ τοῦ κατάβασις, Ἀνθ. Π. 11. 23.

Greek Monolingual

καταίβασις, ἡ (Α)
μετάβαση.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ποιητ. τ. του κατάβασις. Το καται- πιθ. κατ' επίδραση του καται-βάτης.

Greek Monotonic

καταίβᾰσις: -εως, ἡ, ποιητ. αντί κατάβασις, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

καταίβᾰσις: ἡ Anth. = κατάβασις.