εἰσότε: Difference between revisions

From LSJ

Πενίας βαρύτερον οὐδέν ἐστι φορτίονOnus est inopia longe gravius ceteris → Als Armut gibt es keine Last, die schwerer wiegt

Menander, Monostichoi, 450
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εἰσότε:''' ή εἰςὅτε, [[μέχρι]] τη [[στιγμή]] που, σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''εἰσότε:''' ή εἰςὅτε, [[μέχρι]] τη [[στιγμή]] που, σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''εἰσότε:''' чаще εἰς [[ὅτε]] conj. до того как Hom.
}}
}}

Revision as of 06:04, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰσότε Medium diacritics: εἰσότε Low diacritics: εισότε Capitals: ΕΙΣΟΤΕ
Transliteration A: eisóte Transliteration B: eisote Transliteration C: eisote Beta Code: ei)so/te

English (LSJ)

for εἰς ὅτε,

   A against the time when, Od.2.99,al.

German (Pape)

[Seite 745] bis daß, Od. 2, 99 getrennt geschrieben, u. sp. D.

Greek (Liddell-Scott)

εἰσότε: ἀντὶ εἰς ὅτε, καθ’ ὃν χρόνον, ὅταν, Ὀδ. Β. 99˙ ἴδε πρόθ. εἰς ΙΙ. 1.

French (Bailly abrégé)

conj.
jusqu’à ce que.
Étymologie: εἰς ὅτε.

Spanish (DGE)

conj. temp. hasta que c. aor. ind. εἰ. κούρη εἵλετ' ... τεύχη de Atenea h.Hom.28.14, εἰ. ... νέκυν κτερέιξεν ὅμιλος A.R.2.857, cf. 4.800, εἰ. Βακχιάδαι ... ἀνέρες ἐννάσαντο μετὰ χρόνον A.R.4.1212, εἰ. ... ἐπὶ τὴν ... ἀτελεύτητον ζωὴν μετεστήσατο Eus.VC 1.9.1, cf. 3.13.2, Soz.HE 3.19.7, 4.23.8.

Greek Monolingual

εἰσότε (Α)
έως ότου, όταν.

Greek Monotonic

εἰσότε: ή εἰςὅτε, μέχρι τη στιγμή που, σε Ομήρ. Οδ.

Russian (Dvoretsky)

εἰσότε: чаще εἰς ὅτε conj. до того как Hom.