Χρυσηΐς: Difference between revisions

From LSJ

Λύπη παροῦσα πάντοτ' ἐστὶν ἡ γυνή → Mulier perenne pignus aegrimoniae est → Ein gegenwärtig Leid ist stets das Eheweib

Menander, Monostichoi, 324
(6)
(4b)
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Χρῡσηΐς:''' -ΐδος, ἡ, πατρωνυμ. του [[Χρύσης]], <i>-ου</i>, <i>ὁ</i>, η [[κόρη]] του [[Χρύση]], σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''Χρῡσηΐς:''' -ΐδος, ἡ, πατρωνυμ. του [[Χρύσης]], <i>-ου</i>, <i>ὁ</i>, η [[κόρη]] του [[Χρύση]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''Χρῡσηΐς:''' ΐδος ἡ Хрисеида (дочь жреца Хриса, пленница Агамемнона) Hom., Aesch.
}}
}}

Revision as of 06:12, 1 January 2019

French (Bailly abrégé)

Χρυσηΐδος (ἡ) :
Chryséis, fille de Chrysès ; αἱ Χρυσηΐδες ESCHL des captives comme Chryséis.
Étymologie: Χρύσης.

Greek Monotonic

Χρῡσηΐς: -ΐδος, ἡ, πατρωνυμ. του Χρύσης, -ου, , η κόρη του Χρύση, σε Ομήρ. Ιλ.

Russian (Dvoretsky)

Χρῡσηΐς: ΐδος ἡ Хрисеида (дочь жреца Хриса, пленница Агамемнона) Hom., Aesch.