σκαπανεύς: Difference between revisions
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
(6) |
(4) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σκᾰπανεύς:''' -έως, ὁ, = [[σκαφεύς]], σε Λουκ. | |lsmtext='''σκᾰπανεύς:''' -έως, ὁ, = [[σκαφεύς]], σε Λουκ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σκᾰπᾰνεύς:''' έως ὁ Luc. = [[σκαφεύς]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:32, 31 December 2018
English (LSJ)
έως, ὁ,
A digger, Lyc.652, Phld.Rh.1.189 S., Str.2.5.1, 3.4.4, Luc. Tim.7, Vit.Auct.7.
German (Pape)
[Seite 889] ὁ, = σκαφεύς, Luc. Tim. 7 u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
σκᾰπᾰνεύς: έως, ὁ, = σκαφεύς, ὡς καὶ νῦν, Λυκόφρ. 652, Λουκ. Τίμ. 7, Βίων Πρᾶσ. 7, Ἡσύχ.
French (Bailly abrégé)
έως (ὁ) :
c. σκαφεύς.
Étymologie: σκαπάνη.
Greek Monotonic
σκᾰπανεύς: -έως, ὁ, = σκαφεύς, σε Λουκ.
Russian (Dvoretsky)
σκᾰπᾰνεύς: έως ὁ Luc. = σκαφεύς.