κάτημαι: Difference between revisions

From LSJ

Ἡδὺν δὲ βίον μύστῃσι πρόφαινε → Show forth to the initiates a sweet life

Source
(2b)
(nl)
Line 13: Line 13:
{{elru
{{elru
|elrutext='''κάτημαι:''' ион. = [[κάθημαι]].
|elrutext='''κάτημαι:''' ион. = [[κάθημαι]].
}}
{{elnl
|elnltext=κάτημαι Ion. voor κάθημαι.
}}
}}

Revision as of 10:24, 31 December 2018

German (Pape)

[Seite 1401] ion. = κάθημαι, Her.

Greek (Liddell-Scott)

κάτημαι: Ἰων. = κάθημαι.

French (Bailly abrégé)

ion. c. κάθημαι.

Greek Monotonic

κάτημαι: Ιων. αντί κάθημαι.

Russian (Dvoretsky)

κάτημαι: ион. = κάθημαι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κάτημαι Ion. voor κάθημαι.