Μεγιστώ: Difference between revisions
From LSJ
Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat
m (Text replacement - "*" to "*") |
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[Μεγιστώ]], - | |mltxt=[[Μεγιστώ]], -οῦς, ἡ (Α) [[μέγιστος]]<br />[[προσωποποίηση]] του μεγέθους. | ||
}} | }} |
Revision as of 19:50, 13 June 2022
English (LSJ)
οῦς, ἡ, Greatness, personified, Emp.123.2.
Greek Monolingual
Μεγιστώ, -οῦς, ἡ (Α) μέγιστος
προσωποποίηση του μεγέθους.