σκιωτός: Difference between revisions

From LSJ

ἔκστασίς τίς ἐστιν ἐν τῇ γενέσει τὸ παρὰ φύσιν τοῦ κατὰ φύσιν → what is contrary to nature is any developmental aberration from what is in accord with nature (Aristotle, On the Heavens 286a19)

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=skiotos
|Transliteration C=skiotos
|Beta Code=skiwto/s
|Beta Code=skiwto/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[striped]], cf. σκιά; σ. ζώνη <span class="title">Peripl.M.Rubr.</span>24, cf. <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>921.15</span> (iii A.D.).</span>
|Definition=ή, όν, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[striped]], cf. σκιά; σ. ζώνη <span class="title">Peripl.M.Rubr.</span>24, cf. <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>921.15</span> (iii A.D.).</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 22:25, 11 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκῐωτός Medium diacritics: σκιωτός Low diacritics: σκιωτός Capitals: ΣΚΙΩΤΟΣ
Transliteration A: skiōtós Transliteration B: skiōtos Transliteration C: skiotos Beta Code: skiwto/s

English (LSJ)

ή, όν,    A striped, cf. σκιά; σ. ζώνη Peripl.M.Rubr.24, cf. POxy.921.15 (iii A.D.).

German (Pape)

[Seite 900] beschattet, schattirt, ζῶναι, Arr. Peripl. erythr.

Greek (Liddell-Scott)

σκιωτός: -ή, -όν, (σκιόω) ἔχων σκιάν, σκ. ζώνη, ἔχουσα γραμμὰς μὲ χρώματα κατὰ μικρὸν προσεγγίζοντα ἀλλήλοις καὶ μεταπίπτοντα εἰς ἄλληλα, Ἀρρ. Περίπλ. Ἐρυθρ. Θαλάσσ. σ. 13.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α
1. αυτός που σχηματίζει σκιές
2. φρ. «σκιωτὴ ζώνη» — ζώνη που έχει γραμμές με χρώματα παραπλήσια, τα οποία μεταπίπτουν το ένα προς το άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκιά + κατάλ. -ωτός (πρβλ. αυλακ-ωτός)].