ἑτοιμοπειθής: Difference between revisions

From LSJ

Ζήτει σεαυτῷ καταλιπεῖν εὐδοξίαν → Tibi studeto gloriam relinquere → Dir guten Ruf zu hinterlassen sei bemüht

Menander, Monostichoi, 187
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἑτοιμοπειθής]], -ές (ΑΜ)<br />αυτός που πείθεται εύκολα, ο [[ευκολόπιστος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[έτοιμος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>πειθής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πείθω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ευ</i>-<i>πειθής</i>].
|mltxt=[[ἑτοιμοπειθής]], -ές (ΑΜ)<br />αυτός που πείθεται εύκολα, ο [[ευκολόπιστος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[έτοιμος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>πειθής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πείθω]]), [[πρβλ]]. <i>ευ</i>-<i>πειθής</i>].
}}
}}

Revision as of 16:04, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑτοιμοπειθής Medium diacritics: ἑτοιμοπειθής Low diacritics: ετοιμοπειθής Capitals: ΕΤΟΙΜΟΠΕΙΘΗΣ
Transliteration A: hetoimopeithḗs Transliteration B: hetoimopeithēs Transliteration C: etoimopeithis Beta Code: e(toimopeiqh/s

English (LSJ)

ές, A ready to obey, Hdn.Epim.38.

German (Pape)

[Seite 1052] ές, bereit zu gehorchen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἑτοιμοπειθής: -ές, ἑτοίμως πειθόμενος, Ἡρῳδιαν. ἐπιμερισμ. σ. 38, ἔκδ. Boiss.

Greek Monolingual

ἑτοιμοπειθής, -ές (ΑΜ)
αυτός που πείθεται εύκολα, ο ευκολόπιστος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < έτοιμος + -πειθής (< πείθω), πρβλ. ευ-πειθής].