ἡμιρρομβιαῖος: Difference between revisions

From LSJ

ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "αῑο" to "αῖο")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ἡμιρρομβιαῑος, -αία, -ον (Α) [[ημιρρόμβιο]]<br />αυτός που μοιάζει με [[ημιρρόμβιο]] ή έχει [[σχήμα]] ημιρρομβίου.
|mltxt=ἡμιρρομβιαῖος, -αία, -ον (Α) [[ημιρρόμβιο]]<br />αυτός που μοιάζει με [[ημιρρόμβιο]] ή έχει [[σχήμα]] ημιρρομβίου.
}}
}}

Revision as of 08:45, 14 March 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡμιρρομβιαῖος Medium diacritics: ἡμιρρομβιαῖος Low diacritics: ημιρρομβιαίος Capitals: ΗΜΙΡΡΟΜΒΙΑΙΟΣ
Transliteration A: hēmirrombiaîos Transliteration B: hēmirrombiaios Transliteration C: imirromviaios Beta Code: h(mirrombiai=os

English (LSJ)

α, ον, A like a ἡμιρρόμβιον, Gal.18(1).788.

Greek (Liddell-Scott)

ἡμιρρομβιαῖος: -α, -ον, ὡς τὸ ἡμιρρόμβιον, Γαλην. 12. σ. 477.

Greek Monolingual

ἡμιρρομβιαῖος, -αία, -ον (Α) ημιρρόμβιο
αυτός που μοιάζει με ημιρρόμβιο ή έχει σχήμα ημιρρομβίου.