ὑποχοιρίς: Difference between revisions
From LSJ
Θεοῦ γὰρ οὐδεὶς χωρὶς (ἐκτὸς οὐδεὶς) εὐτυχεῖ βροτῶν → Nullus beatus absque numine est dei → Glückselig Gott allein und sonst kein Sterblicher
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ypochoiris | |Transliteration C=ypochoiris | ||
|Beta Code=u(poxoiri/s | |Beta Code=u(poxoiri/s | ||
|Definition=ίδος, ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> | |Definition=ίδος, ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[swine's succory]], [[cat's ear]], [[Hypochoeris radicata]], <span class="bibl">Thphr.<span class="title">HP</span>7.7.1</span>, <span class="bibl">11.4</span> (cj.), <span class="bibl">Plin.<span class="title">HN</span>21.89</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 17:00, 20 August 2022
English (LSJ)
ίδος, ἡ, A swine's succory, cat's ear, Hypochoeris radicata, Thphr.HP7.7.1, 11.4 (cj.), Plin.HN21.89.
Greek (Liddell-Scott)
ὑποχοιρίς: -ίδος, ἡ, φυτόν τι ἐκ τοῦ εἴδους τῶν κιχορίων, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 7. 7, 1., 11. 4.
Greek Monolingual
η / ὑποχοιρίς, -ίδος, ΝΜΑ, και υποχαιρίς Ν
νεοελλ.
γένος αγγειόσπερμων δικότυλων ποωδών φυτών που ανήκει στην οικογένεια σύνθετα της τάξης αστερώδη, με 80 περίπου είδη
μσν.-αρχ.
(στον Θεόφρ. κ.ά.) είδος του φυτού κιχώριο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο)- + χοῖρος. Ως επιστημον. όρος της νεοελλ. η λ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. νεολατ. hypochoeris].