καλαμογραφία: Difference between revisions
From LSJ
ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρας ξιφοκτόνους → yes, the man is now inside, his face and hands that have slaughtered with the sword dripping with sweat
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[καλαμογραφία]] και καλαμογραφίη, ἡ (Α)<br />το [[γράψιμο]] που γινόταν με τον κάλαμο, με τη [[γραφίδα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κάλαμος]] <span style="color: red;">+</span> -[[γραφία]] (<span style="color: red;"><</span> -[[γράφος]]), [[πρβλ]]. | |mltxt=[[καλαμογραφία]] και καλαμογραφίη, ἡ (Α)<br />το [[γράψιμο]] που γινόταν με τον κάλαμο, με τη [[γραφίδα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κάλαμος]] <span style="color: red;">+</span> -[[γραφία]] (<span style="color: red;"><</span> -[[γράφος]]), [[πρβλ]]. [[βιβλιογραφία]], [[νομογραφία]]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 07:40, 24 August 2021
English (LSJ)
Ep. κᾰλᾰμογραφίη, ἡ, A writing with a reed or pen, Man.4.72.
German (Pape)
[Seite 1307] ἡ, das Schreiben mit der Rohrfeder, Han. 4, 72.
Greek Monolingual
καλαμογραφία και καλαμογραφίη, ἡ (Α)
το γράψιμο που γινόταν με τον κάλαμο, με τη γραφίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάλαμος + -γραφία (< -γράφος), πρβλ. βιβλιογραφία, νομογραφία].