συγκεφαλαίωσις: Difference between revisions

From LSJ

ἀφ' ἡμέρας γίνεσθαι ἐν τῷ Μουσείῳ → in the Museum from early in the day

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' εως ἡ) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+):" to "$1 $2, $3:")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''συγκεφᾰλαίωσις:''' εως ἡ подведение итога, сводка: ἡ σ. τῶν ὑπαρχόντων [[δικαίων]] Polyb. кодификация действующих законов; ἡ σ. τῶν ἐπὶ μέρους εἰς τὸ [[καθόλου]] Sext. сведение частного к общему.
|elrutext='''συγκεφᾰλαίωσις:''' εως ἡ [[подведение итога]], [[сводка]]: ἡ σ. τῶν ὑπαρχόντων [[δικαίων]] Polyb. кодификация действующих законов; ἡ σ. τῶν ἐπὶ μέρους εἰς τὸ [[καθόλου]] Sext. сведение частного к общему.
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=συγκεφαλαίωσις -εως, ἡ [συγκεφαλαιόω] samenvatting, recapitulatie.
|elnltext=συγκεφαλαίωσις -εως, ἡ [συγκεφαλαιόω] samenvatting, recapitulatie.
}}
}}

Revision as of 15:05, 2 September 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκεφᾰλαίωσις Medium diacritics: συγκεφαλαίωσις Low diacritics: συγκεφαλαίωσις Capitals: ΣΥΓΚΕΦΑΛΑΙΩΣΙΣ
Transliteration A: synkephalaíōsis Transliteration B: synkephalaiōsis Transliteration C: sygkefalaiosis Beta Code: sugkefalai/wsis

English (LSJ)

εως, ἡ, summing up, summary, Pl.Def.415b, Plb.9.32.6; τῶν εἰρημένων Phld.Rh.1.79 S.; σ. τῶν ἐπὶ μέρους εἰς τὸ καθόλου S.E.M.7.224; sum of numbers, Nicom.Ar.1.8, cf. Gal.18(2).652; entry in a register, PLond.2.259.56 (i A.D.), etc.

German (Pape)

[Seite 967] ἡ, das Zusammenzählen, Zusammenfassen, unter einer allgemeinen Übersicht, λόγου, Plat. defin. 415 c, u. Sp., wie Pol. 9, 32, 6.

Greek (Liddell-Scott)

συγκεφᾰλαίωσις: ἡ, τὸ συγκεφαλαιοῦν, ἀνακεφαλαίωσις, περίληψις, Πλάτ. Ὅροι 415B, Πολύβ. 9. 32, 6· σ. τῶν ἐπὶ μέρους εἰς τὸ καθόλου Σέξτ. Ἐμπ. π. M. 7. 244.

Russian (Dvoretsky)

συγκεφᾰλαίωσις: εως ἡ подведение итога, сводка: ἡ σ. τῶν ὑπαρχόντων δικαίων Polyb. кодификация действующих законов; ἡ σ. τῶν ἐπὶ μέρους εἰς τὸ καθόλου Sext. сведение частного к общему.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συγκεφαλαίωσις -εως, ἡ [συγκεφαλαιόω] samenvatting, recapitulatie.