σύμπλευρος: Difference between revisions

From LSJ

Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur

Menander, Monostichoi, 560
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σύμπλευρος''': -ον, ὁ πλευρὸν μὲ [[πλευρόν]], ὁ παραπλεύρως κείμενος, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 768D.
|lstext='''σύμπλευρος''': -ον, ὁ πλευρὸν μὲ [[πλευρόν]], ὁ παραπλεύρως κείμενος, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 768D.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br />(για [[κομμάτι]] κρέατος) αυτός που [[είναι]] [[μαζί]] με τα [[πλευρά]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[διπλανός]], αυτός που βρίσκεται [[δίπλα]] σε [[κάτι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πλευρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πλευρά]] / [[πλευρόν]]), <b>πρβλ.</b> [[περί]]-<i>πλευρος</i>].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br />(για [[κομμάτι]] κρέατος) αυτός που [[είναι]] [[μαζί]] με τα [[πλευρά]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[διπλανός]], αυτός που βρίσκεται [[δίπλα]] σε [[κάτι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πλευρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πλευρά]] / [[πλευρόν]]), <b>πρβλ.</b> [[περί]]-<i>πλευρος</i>].
|mltxt=-ον, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br />(για [[κομμάτι]] κρέατος) αυτός που [[είναι]] [[μαζί]] με τα [[πλευρά]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[διπλανός]], αυτός που βρίσκεται [[δίπλα]] σε [[κάτι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πλευρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πλευρά]] / [[πλευρόν]]), <b>πρβλ.</b> [[περί]]-<i>πλευρος</i>].
}}
}}

Revision as of 20:11, 27 September 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σύμπλευρος Medium diacritics: σύμπλευρος Low diacritics: σύμπλευρος Capitals: ΣΥΜΠΛΕΥΡΟΣ
Transliteration A: sýmpleuros Transliteration B: sympleuros Transliteration C: symplevros Beta Code: su/mpleuros

English (LSJ)

ον, side by side, λίθοι Milet.7.57 (Didyma), Rev.Phil. 43.199, 202 (ibid.).

German (Pape)

[Seite 988] Seite an Seite, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

σύμπλευρος: -ον, ὁ πλευρὸν μὲ πλευρόν, ὁ παραπλεύρως κείμενος, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 768D.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
μσν.
(για κομμάτι κρέατος) αυτός που είναι μαζί με τα πλευρά
αρχ.
διπλανός, αυτός που βρίσκεται δίπλα σε κάτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -πλευρος (< πλευρά / πλευρόν), πρβλ. περί-πλευρος].