διαλλακτικός: Difference between revisions

From LSJ

Μισῶ πονηρόν, χρηστὸν ὅταν εἴπῃ λόγον → Cum recta fatur, improbum odi maxime → Den Schlechten hass' ich, wenn ein gutes Wort er spricht

Menander, Monostichoi, 352
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=diallaktiko/s
|Beta Code=diallaktiko/s
|Definition=ή, όν, [[inclined to mediate]], <span class="bibl">D.H.7.34</span>.
|Definition=ή, όν, [[inclined to mediate]], <span class="bibl">D.H.7.34</span>.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[inclinado a hacer de mediador]], [[tendente a la mediación]], [[pacificador]] δόξας μέτριος ὀργὴν εἶναι καὶ [[διαλλακτικός]] D.H.7.34, (θυσίαι) διαλλακτικαί (sacrificios) que apaciguan (a los dioses)</i>, Sud.s.u. θυσία.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαλλακτικός''': -ή, -όν, κλίνων ἢ [[ἐπιτήδειος]] πρὸς διαλλαγὴν, συμφιλιωτικός, Διον. Ἁλ. 7. 34.
|lstext='''διαλλακτικός''': -ή, -όν, κλίνων ἢ [[ἐπιτήδειος]] πρὸς διαλλαγὴν, συμφιλιωτικός, Διον. Ἁλ. 7. 34.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[inclinado a hacer de mediador]], [[tendente a la mediación]], [[pacificador]] δόξας μέτριος ὀργὴν εἶναι καὶ [[διαλλακτικός]] D.H.7.34, (θυσίαι) διαλλακτικαί (sacrificios) que apaciguan (a los dioses)</i>, Sud.s.u. θυσία.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (AM [[διαλλακτικός]], -ή, -όν) [[διαλλάσσω]]<br />[[συμφιλιωτικός]], [[συμβιβαστικός]].
|mltxt=-ή, -ό (AM [[διαλλακτικός]], -ή, -όν) [[διαλλάσσω]]<br />[[συμφιλιωτικός]], [[συμβιβαστικός]].
}}
}}

Revision as of 10:55, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαλλακτικός Medium diacritics: διαλλακτικός Low diacritics: διαλλακτικός Capitals: ΔΙΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ
Transliteration A: diallaktikós Transliteration B: diallaktikos Transliteration C: diallaktikos Beta Code: diallaktiko/s

English (LSJ)

ή, όν, inclined to mediate, D.H.7.34.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
inclinado a hacer de mediador, tendente a la mediación, pacificador δόξας μέτριος ὀργὴν εἶναι καὶ διαλλακτικός D.H.7.34, (θυσίαι) διαλλακτικαί (sacrificios) que apaciguan (a los dioses), Sud.s.u. θυσία.

German (Pape)

[Seite 587] ή, όν, zur Versöhnung geneigt, Dion. Hal. 7, 34.

Greek (Liddell-Scott)

διαλλακτικός: -ή, -όν, κλίνων ἢ ἐπιτήδειος πρὸς διαλλαγὴν, συμφιλιωτικός, Διον. Ἁλ. 7. 34.

Greek Monolingual

-ή, -ό (AM διαλλακτικός, -ή, -όν) διαλλάσσω
συμφιλιωτικός, συμβιβαστικός.