διαλλακτικός
ἀλλ' ἐπὶ καὶ θανάτῳ φάρμακον κάλλιστον ἑᾶς ἀρετᾶς ἅλιξιν εὑρέσθαι σὺν ἄλλοις → even at the price of death, the fairest way to win his own exploits together with his other companions | but even at the risk of death would find the finest elixir of excellence together with his other companions | but to find, together with other young men, the finest remedy — the remedy of one's own valor — even at the risk of death
English (LSJ)
διαλλακτική, διαλλακτικόν, inclined to mediate, D.H.7.34.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
inclinado a hacer de mediador, tendente a la mediación, pacificador δόξας μέτριος ὀργὴν εἶναι καὶ διαλλακτικός D.H.7.34, (θυσίαι) διαλλακτικαί (sacrificios) que apaciguan (a los dioses), Sud.s.u. θυσία.
German (Pape)
[Seite 587] ή, όν, zur Versöhnung geneigt, Dion. Hal. 7, 34.
Greek (Liddell-Scott)
διαλλακτικός: -ή, -όν, κλίνων ἢ ἐπιτήδειος πρὸς διαλλαγὴν, συμφιλιωτικός, Διον. Ἁλ. 7. 34.
Greek Monolingual
-ή, -ό (AM διαλλακτικός, -ή, -όν) διαλλάσσω
συμφιλιωτικός, συμβιβαστικός.