ἀνθρωπορραίστης: Difference between revisions
θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (pape replacement) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀνθρωπορραίστης]], ο (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που συντρίβει, που καταστρέφει τους ανθρώπους<br /><b>2.</b> [[τίτλος]] του Διονύσου στην Τένεδο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άνθρωπος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ραίστης</i> <span style="color: red;"><</span> [[ραίω]] «[[θραύω]], [[συντρίβω]], [[καταστρέφω]]»]. | |mltxt=[[ἀνθρωπορραίστης]], ο (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που συντρίβει, που καταστρέφει τους ανθρώπους<br /><b>2.</b> [[τίτλος]] του Διονύσου στην Τένεδο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άνθρωπος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ραίστης</i> <span style="color: red;"><</span> [[ραίω]] «[[θραύω]], [[συντρίβω]], [[καταστρέφω]]»]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ὁ, <i>[[Menschenvertilger]]</i>, [[Titel]] einer [[Komödie]] des Strattis bei <i>Schol. Eur. Or</i>. 269. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:12, 24 November 2022
English (LSJ)
ου, ὁ, (ῥαίω) A man-destroyer, drawcansir, a comedy of Strattis. II title of Dionysus at Tenedos, Ael.NA12.34.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ destructor de hombres epít. de Dioniso en Ténedos, Ael.NA 12.34, tít. de una comedia de Stratt., Sch.E.Or.279.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνθρωπορραίστης: -ου, ὁ, (ῥαίω) ὁ τοὺς ἀνθρώπους καταστρέφων, ὄνομα κωμῳδίας τοῦ Στράττιδος Meineke, Κωμ. Ἕλληνες 1. 224 (Ἀθήν. 127C).
Greek Monolingual
ἀνθρωπορραίστης, ο (Α)
1. αυτός που συντρίβει, που καταστρέφει τους ανθρώπους
2. τίτλος του Διονύσου στην Τένεδο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άνθρωπος + -ραίστης < ραίω «θραύω, συντρίβω, καταστρέφω»].
German (Pape)
ὁ, Menschenvertilger, Titel einer Komödie des Strattis bei Schol. Eur. Or. 269.