ἀρρίπιστος: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (pape replacement)
 
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀρρίπιστος]], -ον (Α) [[ριπίζω]]<br />αυτός που δεν έχει δροσιστεί ή δεν έχει αεριστεί.
|mltxt=[[ἀρρίπιστος]], -ον (Α) [[ριπίζω]]<br />αυτός που δεν έχει δροσιστεί ή δεν έχει αεριστεί.
}}
{{pape
|ptext=<i>nicht [[ausgelüftet]]</i>, Galen.
}}
}}

Latest revision as of 16:59, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρρίπιστος Medium diacritics: ἀρρίπιστος Low diacritics: αρρίπιστος Capitals: ΑΡΡΙΠΙΣΤΟΣ
Transliteration A: arrípistos Transliteration B: arripistos Transliteration C: arripistos Beta Code: a)rri/pistos

English (LSJ)

[ῑ], ον, not cooled or ventilated, Gal.10.745.

Spanish (DGE)

-ον no ventilado σώματα Gal.10.745.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρρίπιστος: [ῑ], -ον, μὴ ῥιπισθείς, μὴ ξηρανθείς, Γαλην. τ. 10, σ. 251.

Greek Monolingual

ἀρρίπιστος, -ον (Α) ριπίζω
αυτός που δεν έχει δροσιστεί ή δεν έχει αεριστεί.

German (Pape)

nicht ausgelüftet, Galen.