διάπυστος: Difference between revisions

From LSJ

ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself

Source
m (pape replacement)
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[muy conocido]] ἐπεὶ δὲ ταῦτα διάπυστα τῷ δήμῳ ἐγένετο Hdn.2.12.2, τῆς δόξης [[αὐτοῦ]] μέχρι Περσῶν διαπύστου γενομένης Sor.<i>V.Hp</i>.8.
|dgtxt=-ον<br />[[muy conocido]] ἐπεὶ δὲ ταῦτα διάπυστα τῷ δήμῳ ἐγένετο Hdn.2.12.2, τῆς δόξης αὐτοῦ μέχρι Περσῶν διαπύστου γενομένης Sor.<i>V.Hp</i>.8.
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 19:29, 11 December 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διάπυστος Medium diacritics: διάπυστος Low diacritics: διάπυστος Capitals: ΔΙΑΠΥΣΤΟΣ
Transliteration A: diápystos Transliteration B: diapystos Transliteration C: diapystos Beta Code: dia/pustos

English (LSJ)

ον, heard of, well-known, δ. γίγνεσθαι Hdn.2.12.2.

Spanish (DGE)

-ον
muy conocido ἐπεὶ δὲ ταῦτα διάπυστα τῷ δήμῳ ἐγένετο Hdn.2.12.2, τῆς δόξης αὐτοῦ μέχρι Περσῶν διαπύστου γενομένης Sor.V.Hp.8.

Greek (Liddell-Scott)

διάπυστος: -ον, πολὺ γνωστός, δ. γίγνεσθαι Ἡρῳδιαν. 2. 12.

German (Pape)

bekannt, Hdn. 2.12.4.