woede: Difference between revisions
From LSJ
σταγόνες ὕδατος πέτρας κοιλαίνουσιν → constant dropping wears away a stone, constant dripping will wear away the hardest stone, little strokes fell big oaks, constant dripping wears the stone, constant dropping wears the stone, constant dripping will wear away a stone
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{nlel | {{nlel | ||
|nleltext= | |nleltext=[[ἀνυπερθεσία]], [[ἀποθηρίωσις]], [[δυσχερασμός]], [[δυσχέρεια]], [[ἐγκότησις]], [[ἐνθύμιον]], [[θυμός]], [[κότος]], [[μελαγχολία]], [[μελαγχολίη]], [[μένος]], [[μηνίαμα]], [[μήνιμα]], [[μῆνις]], [[μήνισμα]], [[ὀργά]], [[ὀργή]], [[παροργισμός]], [[σκυσμός]], [[χολή]], [[χόλος]], [[ὠδυσίη]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:58, 16 March 2023
Dutch > Greek
ἀνυπερθεσία, ἀποθηρίωσις, δυσχερασμός, δυσχέρεια, ἐγκότησις, ἐνθύμιον, θυμός, κότος, μελαγχολία, μελαγχολίη, μένος, μηνίαμα, μήνιμα, μῆνις, μήνισμα, ὀργά, ὀργή, παροργισμός, σκυσμός, χολή, χόλος, ὠδυσίη