πάντα κινῆσαι πέτρον: Difference between revisions
μηδὲν κοτυλίζειν, ἀλλὰ καταπάττειν χύδην → not to sell by the cupful, but to dole out indiscriminately | not to sell by retail but wholesale
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext=[[elke steen omkeren]] | |elnltext=[[elke steen omkeren]] | ||
}} | |||
{{trml | |||
|trtx====[[leave no stone unturned]]=== | |||
Dutch: [[onder de loep nemen]]; Finnish: etsiä läpikotaisin, ei jättää yhtään kiveä kääntämättä; German: [[unter die Lupe nehmen]]; Greek: [[δεν αφήνω πέτρα αγύριστη]], [[δεν αφήνω πέτρα ασήκωτη]], [[δεν αφήνω τίποτα όρθιο]], [[δεν μου ξεφεύγει με τίποτε]], [[δεν μου ξεφεύγει με τίποτα]], [[δεν σταματώ σε καμιά προσπάθεια]], [[εξαντλώ κάθε μέσο]], [[εξαντλώ κάθε προσπάθεια]], [[εξαντλώ όλα τα μέσα]], [[εξετάζω κάθε ενδεχόμενο]], [[επιχειρώ τα πάντα]], [[κάνω ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό]], [[κάνω ό,τι μπορώ]], [[κάνω τα πάντα]], [[κάνω τον κόσμο άνω κάτω]], [[κάνω φύλλο και φτερό]], [[κινώ γη και ουρανό]], [[ξεσκονίζω τα πάντα]], [[τα δίνω όλα]], [[τα κάνω όλα άνω κάτω]], [[ψάχνω παντού]], [[τρώω τον κόσμο]], [[βάζω τα δυνατά μου]]; Ancient Greek: [[πάντα κινῆσαι πέτρον]]; Hungarian: tűvé tesz; Icelandic: fínkemba; Irish: scag go mion; Polish: poruszyć niebo i ziemię; Russian: [[обивать все пороги]] | |||
}} | }} |
Revision as of 10:36, 8 January 2024
Greek > English (Woodhouse)
leave no stone unturned, move heaven and earth
Russian (Dvoretsky)
привести все камни в движение, т. е. употребить все средства.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
Translations
leave no stone unturned
Dutch: onder de loep nemen; Finnish: etsiä läpikotaisin, ei jättää yhtään kiveä kääntämättä; German: unter die Lupe nehmen; Greek: δεν αφήνω πέτρα αγύριστη, δεν αφήνω πέτρα ασήκωτη, δεν αφήνω τίποτα όρθιο, δεν μου ξεφεύγει με τίποτε, δεν μου ξεφεύγει με τίποτα, δεν σταματώ σε καμιά προσπάθεια, εξαντλώ κάθε μέσο, εξαντλώ κάθε προσπάθεια, εξαντλώ όλα τα μέσα, εξετάζω κάθε ενδεχόμενο, επιχειρώ τα πάντα, κάνω ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό, κάνω ό,τι μπορώ, κάνω τα πάντα, κάνω τον κόσμο άνω κάτω, κάνω φύλλο και φτερό, κινώ γη και ουρανό, ξεσκονίζω τα πάντα, τα δίνω όλα, τα κάνω όλα άνω κάτω, ψάχνω παντού, τρώω τον κόσμο, βάζω τα δυνατά μου; Ancient Greek: πάντα κινῆσαι πέτρον; Hungarian: tűvé tesz; Icelandic: fínkemba; Irish: scag go mion; Polish: poruszyć niebo i ziemię; Russian: обивать все пороги