τυρόνωτος: Difference between revisions
From LSJ
Ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Opulento amicos, quos volunt, omnes habent → Wie sehr sind doch den Reichen alle Menschen Freund
(c1) |
(6_18) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1165.png Seite 1165]] mit einem Rücken von Käse, πλακοῦς, Ar. Ach. 1090. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1165.png Seite 1165]] mit einem Rücken von Käse, πλακοῦς, Ar. Ach. 1090. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''τῡρόνωτος''': -ον, ὁ ἔχων τὰ νῶτα ἐκ τυροῦ, δηλ. κεκαλυμμένος ἢ πεπασμένος διὰ τυροῦ, ἢ [[ἁπλῶς]] ἔχων τυρόν, τυρόνωτον κύκλον πλακοῦντος Ἀριστοφ. Ἀχ. 1126 (πρβλ. [[τυροφόρος]]), ― κατὰ παρῳδίαν τοῦ [[σιδηρόνωτος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:35, 5 August 2017
English (LSJ)
ον,
A cheese-backed, i. e. spread with cheese, πλακοῦντος κύκλος Ar.Ach. 1125 (cf. τυροφόρος) —parodied from Γοργόνωτος.
German (Pape)
[Seite 1165] mit einem Rücken von Käse, πλακοῦς, Ar. Ach. 1090.
Greek (Liddell-Scott)
τῡρόνωτος: -ον, ὁ ἔχων τὰ νῶτα ἐκ τυροῦ, δηλ. κεκαλυμμένος ἢ πεπασμένος διὰ τυροῦ, ἢ ἁπλῶς ἔχων τυρόν, τυρόνωτον κύκλον πλακοῦντος Ἀριστοφ. Ἀχ. 1126 (πρβλ. τυροφόρος), ― κατὰ παρῳδίαν τοῦ σιδηρόνωτος.