συναρμοστής: Difference between revisions
From LSJ
Ὡς πάντα τιμῆς ἐστι πλὴν τρόπου κακοῦ → Ut cuncta nunc sunt cara, nisi mores mali → Charakterlosigkeit allein bleibt ohne Ehr
(13_3) |
(6_19) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1004.png Seite 1004]] ὁ, der Zusammenfügende, Verbindende, – der Gefährte des [[ἁρμοστής]], der den Staat einrichten, eine Verfassung einführen hilft, Luc. Tox. 32 Somn. 2. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1004.png Seite 1004]] ὁ, der Zusammenfügende, Verbindende, – der Gefährte des [[ἁρμοστής]], der den Staat einrichten, eine Verfassung einführen hilft, Luc. Tox. 32 Somn. 2. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''συναρμοστής''': -οῦ, ὁ, ὁ συναρμόζων, λίθον ἐργάτην ἀγαθὸν [[εἶναι]] καὶ συναρμοστὴν Λουκ. Ἐνύπν. 2. ΙΙ. ὁ ἀπὸ κοινοῦ συμβουλεύων, συμφιλιώνων, Γρηγ. Ναζ., κλπ. ΙΙΙ. ὁ ἀπὸ κοινοῦ [[ἁρμοστής]], βοηθὸς [[αὐτοῦ]], συγκυβερνήτης, Λουκ. Τόξαρ. 32. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:41, 5 August 2017
English (LSJ)
οῦ, ὁ,
A one who fits together, λίθων Luc.Somn.2; σ. ὁ θεός Theo Sm.p.12 H.
German (Pape)
[Seite 1004] ὁ, der Zusammenfügende, Verbindende, – der Gefährte des ἁρμοστής, der den Staat einrichten, eine Verfassung einführen hilft, Luc. Tox. 32 Somn. 2.
Greek (Liddell-Scott)
συναρμοστής: -οῦ, ὁ, ὁ συναρμόζων, λίθον ἐργάτην ἀγαθὸν εἶναι καὶ συναρμοστὴν Λουκ. Ἐνύπν. 2. ΙΙ. ὁ ἀπὸ κοινοῦ συμβουλεύων, συμφιλιώνων, Γρηγ. Ναζ., κλπ. ΙΙΙ. ὁ ἀπὸ κοινοῦ ἁρμοστής, βοηθὸς αὐτοῦ, συγκυβερνήτης, Λουκ. Τόξαρ. 32.