σπαρτός: Difference between revisions
Ξένῳ μάλιστα συμφέρει τὸ σωφρονεῖν → Bene se modeste gerere peregrinum decet → Den größten Nutzen bringt dem Gast Bescheidenheit
(13_5) |
(6_10) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0917.png Seite 917]] gesäet, u. übertr., erzeugt; bes. ἄνδρες, die Thebaner, Sparten, Soph. O. C. 1531 u. A., die aus den von Kadmus gesäeten Drachenzähnen Entsproßten u. ihre Nachkommen; ähnlich οἵγε αὐτῶν σπαρτοί τε καὶ αὐτόχθονες, Plat. Soph. 247 c; übh. thebanisch, [[λόγχη]] Eur. Suppl. 594. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0917.png Seite 917]] gesäet, u. übertr., erzeugt; bes. ἄνδρες, die Thebaner, Sparten, Soph. O. C. 1531 u. A., die aus den von Kadmus gesäeten Drachenzähnen Entsproßten u. ihre Nachkommen; ähnlich οἵγε αὐτῶν σπαρτοί τε καὶ αὐτόχθονες, Plat. Soph. 247 c; übh. thebanisch, [[λόγχη]] Eur. Suppl. 594. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''σπαρτός''': -ή, -όν, [[ὡσαύτως]] ός, ὀν, Εὐρ. Ἰκέτ. 578· ([[σπείρω]])· - ἐσπαρμένος, φυόμενος ἐκ σπόρου, καλλιεργημένος, Διοσκ. 3. 45, κτλ. 2) ἐπὶ ἀνθρώπων, οἱ.. σπαρτοί τε καὶ αὐτόχθονες Πλάτ. Σοφ. 247C· σπαρτῶν γένος, «υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων», Αἰσχύλ. Εὐμ. 410· - ἐπὶ τῶν θηβαίων, Σπαρτοί, οἱ, οἱ ἐσπαρμένοι, οἱ ἀξιοῦντες ὅτι ἐφύτρωσαν ἐκ τῶν ὀδόντων τοῦ δράκοντος οὓς ὁ [[Κάδμος]] ἔσπειρεν, οἱ Καδμεῖοι, Πινδ. Ι. 1. 41., 7 (6). 13· Σπαρτῶν [[στάχυς]] Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 5· [[λόγχη]] [[σπαρτός]], ἡ Θηβαϊκὴ [[λόγχη]], ὁ αὐτ. ἐν Ἱκ. 578· Ἐχίων σπαρτὸς Συλλ. Ἐπιγρ. 2126Β, 6129Α. ΙΙ. διεσπαρμένος, ἐπὶ τῶν μελῶν τοῦ σώματος, Ἀνθ. Π. 7. 338· - Ἐπίρρ. -τῶς, Ἐκκλ. | |||
}} | }} |
Revision as of 09:16, 5 August 2017
English (LSJ)
ή, όν, also ός, όν E.Supp.578: (σπείρω):—
A sown, grown from seed, cultivated, Thphr.HP6.8.2, Dsc.3.37, etc. 2 of men, οἱ . . σπαρτοί τε καὶ αὐτόχθονες Pl.Sph.247c; σπαρτῶν γένος children of men, A.Eu.410. b esp. at Thebes, Σπαρτοί, οἱ, the Sown-men, those who sprang from the dragon's teeth sown by Cadmus, and their descendants, Pi.I.1.30,7(6).10; Σπαρτῶν στάχυς E.HF5; Ἐχίων σπαρτός IG14.1285 ii 9, 1292 i 3, cf. E.Ba.1274; λόγχη σπαρτός the Theban spear, Id.Supp.578. II scattered, of the limbs of a corpse, AP7.383 (Phil.).
German (Pape)
[Seite 917] gesäet, u. übertr., erzeugt; bes. ἄνδρες, die Thebaner, Sparten, Soph. O. C. 1531 u. A., die aus den von Kadmus gesäeten Drachenzähnen Entsproßten u. ihre Nachkommen; ähnlich οἵγε αὐτῶν σπαρτοί τε καὶ αὐτόχθονες, Plat. Soph. 247 c; übh. thebanisch, λόγχη Eur. Suppl. 594.
Greek (Liddell-Scott)
σπαρτός: -ή, -όν, ὡσαύτως ός, ὀν, Εὐρ. Ἰκέτ. 578· (σπείρω)· - ἐσπαρμένος, φυόμενος ἐκ σπόρου, καλλιεργημένος, Διοσκ. 3. 45, κτλ. 2) ἐπὶ ἀνθρώπων, οἱ.. σπαρτοί τε καὶ αὐτόχθονες Πλάτ. Σοφ. 247C· σπαρτῶν γένος, «υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων», Αἰσχύλ. Εὐμ. 410· - ἐπὶ τῶν θηβαίων, Σπαρτοί, οἱ, οἱ ἐσπαρμένοι, οἱ ἀξιοῦντες ὅτι ἐφύτρωσαν ἐκ τῶν ὀδόντων τοῦ δράκοντος οὓς ὁ Κάδμος ἔσπειρεν, οἱ Καδμεῖοι, Πινδ. Ι. 1. 41., 7 (6). 13· Σπαρτῶν στάχυς Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 5· λόγχη σπαρτός, ἡ Θηβαϊκὴ λόγχη, ὁ αὐτ. ἐν Ἱκ. 578· Ἐχίων σπαρτὸς Συλλ. Ἐπιγρ. 2126Β, 6129Α. ΙΙ. διεσπαρμένος, ἐπὶ τῶν μελῶν τοῦ σώματος, Ἀνθ. Π. 7. 338· - Ἐπίρρ. -τῶς, Ἐκκλ.