ὀρτυγοκοπικός: Difference between revisions
From LSJ
Ψυχῆς ἐπιμέλου τῆς σεαυτοῦ καθὰ δύνῃ → Animae tuae tu curam gere pro viribus → Um deine Seele mühe dich mit aller Kraft
(c1) |
(29) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0387.png Seite 387]] ή, όν, zum Wachtelschlagen gehörig, ὀνόματα, Poll. a. a. O. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0387.png Seite 387]] ή, όν, zum Wachtelschlagen gehörig, ὀνόματα, Poll. a. a. O. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ὀρτυγοκοπικός]], -ή, -όν (Α) [[ορτυγοκόπος]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[ορτυγοκοπία]] ή αυτός που [[είναι]] [[έμπειρος]] στην [[ορτυγοκοπία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:05, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A skilled in the game, ib.108.
German (Pape)
[Seite 387] ή, όν, zum Wachtelschlagen gehörig, ὀνόματα, Poll. a. a. O.
Greek Monolingual
ὀρτυγοκοπικός, -ή, -όν (Α) ορτυγοκόπος
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ορτυγοκοπία ή αυτός που είναι έμπειρος στην ορτυγοκοπία.