πάντοθεν: Difference between revisions

From LSJ

εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι → excluding death and maiming, short of death or maiming

Source
(13_5)
(6_6)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0464.png Seite 464]] von allen Orten, allen Seiten her; [[πάντοθεν]] ἐκ κευθμῶν, Il. 13, 28; περὶ γὰρ κακὰ [[πάντοθεν]] [[ἔστη]], Od. 14, 270; Pind. u. Tragg., wie Aesch. Ag. 1343 Soph. O. C. 1242; u. in Prosa, Her. 7, 225; Plat. Critia. 117 e; auch c. gen., Arat. 455. – Die Form πάντοθε hat Theocr. 17, 97.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0464.png Seite 464]] von allen Orten, allen Seiten her; [[πάντοθεν]] ἐκ κευθμῶν, Il. 13, 28; περὶ γὰρ κακὰ [[πάντοθεν]] [[ἔστη]], Od. 14, 270; Pind. u. Tragg., wie Aesch. Ag. 1343 Soph. O. C. 1242; u. in Prosa, Her. 7, 225; Plat. Critia. 117 e; auch c. gen., Arat. 455. – Die Form πάντοθε hat Theocr. 17, 97.
}}
{{ls
|lstext='''πάντοθεν''': Ἐπίρρ. (πᾶς) ἐκ παντὸς μέρους, [[πανταχόθεν]], Λατ. undique, Ἰλ. Ο. 623, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1370, Σοφ. Ο.Κ. 1240, κλ.· [[ὡσαύτως]] παρὰ τοῖς Ἴωσι πεζογράφοις, Ἡρόδ. 2 138., 7. 129 ἀλλὰ σπάνιον παρ’ Ἀττικ. (προτιμᾶται τὸ [[πανταχόθεν]]), Πλάτ. Κριτί. 117Ε· μὴ π. κέρδαινε Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 80, πρβλ. Μονόστ. 63· οὐ μόνον κατ’ εὐθυωρίαν, ἀλλὰ π. Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 2.10, 16· π. λαμβάνειν ὁ αὐτ. ἐν Ἠθικ. Ν. 4. 1, 40· ― [[συχν]]. [[μετὰ]] προθ., [[πάντοθεν]] ἐκ κευθμῶν Ἰλ. Ν. 28·―περὶ γὰρ κακὰ [[πάντοθεν]] ἔστη Ὀδ. Ξ. 270· [[μετὰ]] γενικ. Ἄρατ. 455 ― Ὁ [[τύπος]] πάντοθε (μεθ’ Ὅμ) ἀπαντᾷ παρ’ Ἡροδ. 7. 225 Θεοκρ. 17. 97, Ἀνθ. Π. 11. 85. Περὶ τοῦ τονισμοῦ, ὅρα Α. Β. 605.
}}
}}

Revision as of 11:09, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πάντοθεν Medium diacritics: πάντοθεν Low diacritics: πάντοθεν Capitals: ΠΑΝΤΟΘΕΝ
Transliteration A: pántothen Transliteration B: pantothen Transliteration C: pantothen Beta Code: pa/ntoqen

English (LSJ)

Adv., (πᾶς)

   A from all quarters, from every side, Il.15.623, S.OC1240 (lyr.), etc.; π. πληθύνομαι A.Ag.1370: in Ion. Prose, Hdt.2.138, 7.129: rare in Att. (πανταχόθεν being preferred), Pl. Criti.117e; μὴ π. κέρδαινε Men.625, cf. Mon.63; οὐ μόνον κατ' εὐθυωρίαν, ἀλλὰ π. Arist.PA656b29; π. λαμβάνειν Id.EN1121b32: freq. with Prep., π. ἐκ κευθμῶν Il.13.28; περὶ γὰρ κακὰ π. ἔστη Od. 14.270: c. gen., π. εἰδώλων Arat.455:—the form πάντοθε is only v.l. in Hdt.7.225, Theoc.17.97, AP11.85 (Lucill.).—On the accent, v. A.D.Adv.192.2.

German (Pape)

[Seite 464] von allen Orten, allen Seiten her; πάντοθεν ἐκ κευθμῶν, Il. 13, 28; περὶ γὰρ κακὰ πάντοθεν ἔστη, Od. 14, 270; Pind. u. Tragg., wie Aesch. Ag. 1343 Soph. O. C. 1242; u. in Prosa, Her. 7, 225; Plat. Critia. 117 e; auch c. gen., Arat. 455. – Die Form πάντοθε hat Theocr. 17, 97.

Greek (Liddell-Scott)

πάντοθεν: Ἐπίρρ. (πᾶς) ἐκ παντὸς μέρους, πανταχόθεν, Λατ. undique, Ἰλ. Ο. 623, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1370, Σοφ. Ο.Κ. 1240, κλ.· ὡσαύτως παρὰ τοῖς Ἴωσι πεζογράφοις, Ἡρόδ. 2 138., 7. 129 ἀλλὰ σπάνιον παρ’ Ἀττικ. (προτιμᾶται τὸ πανταχόθεν), Πλάτ. Κριτί. 117Ε· μὴ π. κέρδαινε Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 80, πρβλ. Μονόστ. 63· οὐ μόνον κατ’ εὐθυωρίαν, ἀλλὰ π. Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 2.10, 16· π. λαμβάνειν ὁ αὐτ. ἐν Ἠθικ. Ν. 4. 1, 40· ― συχν. μετὰ προθ., πάντοθεν ἐκ κευθμῶν Ἰλ. Ν. 28·―περὶ γὰρ κακὰ πάντοθεν ἔστη Ὀδ. Ξ. 270· μετὰ γενικ. Ἄρατ. 455 ― Ὁ τύπος πάντοθε (μεθ’ Ὅμ) ἀπαντᾷ παρ’ Ἡροδ. 7. 225 Θεοκρ. 17. 97, Ἀνθ. Π. 11. 85. Περὶ τοῦ τονισμοῦ, ὅρα Α. Β. 605.