διεκβάλλω: Difference between revisions
(13_3) |
(6_2) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0618.png Seite 618]] (s. [[βάλλω]]), durch etwas hindurch- u. hinauswerfen, Gal. – Scheinbar intr., durchgehen, χώραν Pol. 4, 68, 5; τὰ στενά Plut. Pelop. 17; τὸν πορθμόν, übersetzen, Sertor. 8. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0618.png Seite 618]] (s. [[βάλλω]]), durch etwas hindurch- u. hinauswerfen, Gal. – Scheinbar intr., durchgehen, χώραν Pol. 4, 68, 5; τὰ στενά Plut. Pelop. 17; τὸν πορθμόν, übersetzen, Sertor. 8. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''διεκβάλλω''': [[ῥίπτω]] διὰ μέσου καὶ ἔξω, διαπερῶ καὶ [[ἐξάγω]], διά τινος Γαλην. 4, 463, 518. ΙΙ. ἀμεταβ. (ἐξυπακ. τοῦ στρατόν), πορεύομαι διὰ μέσου, χώραν Πολύβ. 4. 68, 5, κτλ. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:19, 5 August 2017
English (LSJ)
A pass a needle, string, etc., through, thread, Hero Bel.98.10, Heliod. ap.Orib.44.10.4, Gal.10.417. 2 subtract from ζῴδια in succession, Vett.Val.175.35. 3 pay through a bank, BGU1200.23 (Pass., i B. C.). II intr. (sc. στρατόν), march through, Στυμφαλίαν Plb.4.68.5, prob. in Plu.Pel.17. 2 of rivers, boundaries, etc., δ. τὰ ὅρια εἰς . . LXXJo.15.8; ὁ Εὐφράτης δ. διὰ τοῦ Ταύρου Str.16.1.13; δ. εἰς νότον καὶ βορρᾶ<ν> PLond.2.154.9 (i A. D.).
German (Pape)
[Seite 618] (s. βάλλω), durch etwas hindurch- u. hinauswerfen, Gal. – Scheinbar intr., durchgehen, χώραν Pol. 4, 68, 5; τὰ στενά Plut. Pelop. 17; τὸν πορθμόν, übersetzen, Sertor. 8.
Greek (Liddell-Scott)
διεκβάλλω: ῥίπτω διὰ μέσου καὶ ἔξω, διαπερῶ καὶ ἐξάγω, διά τινος Γαλην. 4, 463, 518. ΙΙ. ἀμεταβ. (ἐξυπακ. τοῦ στρατόν), πορεύομαι διὰ μέσου, χώραν Πολύβ. 4. 68, 5, κτλ.