ἀναπυνθάνομαι: Difference between revisions

From LSJ

τίς δ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν, τὸ κατθανεῖν δὲ ζῆν κάτω νομίζεται → who knows if life is death, and if in the underworld death is considered life

Source
(13_4)
(6_23)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0204.png Seite 204]] (s. [[πυνθάνομαι]]), ausforschen, erkunden, Her. 5, 57; τινός, aus Jemandem herausfragen, Ar. Pax 676; [[ταῦτα]] πραττόμενα, daß etwas betrieben wird, erfahren, Xen. An. 5, 7, 1; [[παρά]] τινός τι, Ath. I, 2 b.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0204.png Seite 204]] (s. [[πυνθάνομαι]]), ausforschen, erkunden, Her. 5, 57; τινός, aus Jemandem herausfragen, Ar. Pax 676; [[ταῦτα]] πραττόμενα, daß etwas betrieben wird, erfahren, Xen. An. 5, 7, 1; [[παρά]] τινός τι, Ath. I, 2 b.
}}
{{ls
|lstext='''ἀναπυνθάνομαι''': μέλλ. -[[πεύσομαι]] Δημ.: [[ἐξετάζω]] ἐπιμελῶς, ἀνερευνῶ, τὰς πάτρας τε αὐτῶν ἀνεπύθετο Ἡρόδ. 6. 128· ἀνεπυνθάνετο τὸν ποιήσαντα ὁ αὐτ. 8. 90· ἀναπυθώμεθα τούςδε, τίνες ποτέ, καὶ [[πόθεν]] [[ἔμολον]] Ἀριστοφ. Ὄρν. 403. 2) ἀνερωτῶ, ἀνερευνῶ, ἀναπυνθανόμενος [[εὑρίσκω]] Ἡρόδ. 5. 57· πληροφοροῦμαι, [[μανθάνω]], [[ταῦτα]] οὖν οἱ στρατιῶται ἀνεπύθοντο Ξεν. Ἀν. 5. 7, 1· ἀν [[περί]] τινος Πλάτ. Ἱππ. Ἐλ. 363Β· ἀν. τί τινος, ἐρωτῶ τινα, [[μανθάνω]] παρ’ [[αὐτοῦ]], Ἀριστοφ. Εἰρ. 693.
}}
}}

Revision as of 11:04, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναπυνθάνομαι Medium diacritics: ἀναπυνθάνομαι Low diacritics: αναπυνθάνομαι Capitals: ΑΝΑΠΥΝΘΑΝΟΜΑΙ
Transliteration A: anapynthánomai Transliteration B: anapynthanomai Transliteration C: anapynthanomai Beta Code: a)napunqa/nomai

English (LSJ)

   A inquire closely into, τὰς πάτρας αὐτῶν ἀνεπύθετο Hdt.6.128; ἀνεπυνθάνετο τὸν ποιήσαντα Id.8.90; ἀναπυθώμεθα τούσδε τίνες ποτὲ καὶ πόθεν ἔμολον Ar.Av.403.    2 abs., ἀναπυνθανόμενος εὑρίσκω discover by inquiry, Hdt.5.57; also, learn by inquiry, ἀ. ταῦτα πραττόμενα X.An.5.7.1 codd.; ἀ. περί τινος Pl.Hp.Mi.363b; ἀ. τί τινος ask of a person, Ar.Pax 693.

German (Pape)

[Seite 204] (s. πυνθάνομαι), ausforschen, erkunden, Her. 5, 57; τινός, aus Jemandem herausfragen, Ar. Pax 676; ταῦτα πραττόμενα, daß etwas betrieben wird, erfahren, Xen. An. 5, 7, 1; παρά τινός τι, Ath. I, 2 b.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναπυνθάνομαι: μέλλ. -πεύσομαι Δημ.: ἐξετάζω ἐπιμελῶς, ἀνερευνῶ, τὰς πάτρας τε αὐτῶν ἀνεπύθετο Ἡρόδ. 6. 128· ἀνεπυνθάνετο τὸν ποιήσαντα ὁ αὐτ. 8. 90· ἀναπυθώμεθα τούςδε, τίνες ποτέ, καὶ πόθεν ἔμολον Ἀριστοφ. Ὄρν. 403. 2) ἀνερωτῶ, ἀνερευνῶ, ἀναπυνθανόμενος εὑρίσκω Ἡρόδ. 5. 57· πληροφοροῦμαι, μανθάνω, ταῦτα οὖν οἱ στρατιῶται ἀνεπύθοντο Ξεν. Ἀν. 5. 7, 1· ἀν περί τινος Πλάτ. Ἱππ. Ἐλ. 363Β· ἀν. τί τινος, ἐρωτῶ τινα, μανθάνω παρ’ αὐτοῦ, Ἀριστοφ. Εἰρ. 693.