φύσεις: Difference between revisions

From LSJ

Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος → Christ is risen from the dead, trampling down death by death, and upon those in the tombs bestowing life

Source
(6_4)
 
(45)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''φύσεις''': -αἱ, physes, λίθοι τινὲς τίμιοι ποικιλόχροοι [[ἄνευ]] ὡρισμένου ἢ εἰδικοῦ ὀνόματος, Phn h. n. XXXVII. 74. Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. δὲν ἀνεγράφη ἡ [[σημείωσις]] αὕτη τῆς λέξ. [[φύσις]], Συναγωγὴ Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη.
|lstext='''φύσεις''': -αἱ, physes, λίθοι τινὲς τίμιοι ποικιλόχροοι [[ἄνευ]] ὡρισμένου ἢ εἰδικοῦ ὀνόματος, Phn h. n. XXXVII. 74. Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. δὲν ἀνεγράφη ἡ [[σημείωσις]] αὕτη τῆς λέξ. [[φύσις]], Συναγωγὴ Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη.
}}
{{grml
|mltxt=αἱ, Α<br /><b>βλ.</b> [[φύση]].
}}
}}

Revision as of 12:53, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

φύσεις: -αἱ, physes, λίθοι τινὲς τίμιοι ποικιλόχροοι ἄνευ ὡρισμένου ἢ εἰδικοῦ ὀνόματος, Phn h. n. XXXVII. 74. Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. δὲν ἀνεγράφη ἡ σημείωσις αὕτη τῆς λέξ. φύσις, Συναγωγὴ Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη.

Greek Monolingual

αἱ, Α
βλ. φύση.