Ταρταρίτης: Difference between revisions

From LSJ

Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht

Menander, Monostichoi, 544
(6_3)
(40)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Ταρτᾱρίτης''': [ῑ], -ου, ὁ, ὁ ἐν τῷ Ταρτάρῳ κατοικῶν, διατρίβων, Κωμ. Ἀνώμ. 342.
|lstext='''Ταρτᾱρίτης''': [ῑ], -ου, ὁ, ὁ ἐν τῷ Ταρτάρῳ κατοικῶν, διατρίβων, Κωμ. Ἀνώμ. 342.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />ο [[κάτοικος]] του Ταρτάρου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Τάρταρος]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -[[ίτης]] (<b>πρβλ.</b> <i>σελην</i>-[[ίτης]])].
}}
}}

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ταρταρίτης Medium diacritics: Ταρταρίτης Low diacritics: Ταρταρίτης Capitals: ΤΑΡΤΑΡΙΤΗΣ
Transliteration A: Tartarítēs Transliteration B: Tartaritēs Transliteration C: Tartaritis Beta Code: *tartari/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ,

   A dweller in Tartarus, Com.Adesp.1160.

Greek (Liddell-Scott)

Ταρτᾱρίτης: [ῑ], -ου, ὁ, ὁ ἐν τῷ Ταρτάρῳ κατοικῶν, διατρίβων, Κωμ. Ἀνώμ. 342.

Greek Monolingual

ὁ, Α
ο κάτοικος του Ταρτάρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Τάρταρος + επίθημα -ίτης (πρβλ. σελην-ίτης)].