Ταρταρίτης
From LSJ
Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)
Full diacritics: Ταρταρίτης | Medium diacritics: Ταρταρίτης | Low diacritics: Ταρταρίτης | Capitals: ΤΑΡΤΑΡΙΤΗΣ |
Transliteration A: Tartarítēs | Transliteration B: Tartaritēs | Transliteration C: Tartaritis | Beta Code: *tartari/ths |
[ῑ], ου, ὁ, dweller in Tartarus, Com.Adesp.1160.
Ταρτᾱρίτης: [ῑ], -ου, ὁ, ὁ ἐν τῷ Ταρτάρῳ κατοικῶν, διατρίβων, Κωμ. Ἀνώμ. 342.
ὁ, Α
ο κάτοικος του Ταρτάρου.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Τάρταρος + επίθημα -ίτης (πρβλ. σεληνίτης)].