δύσθραυστος: Difference between revisions
From LSJ
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
(6_17) |
(big3_12) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δύσθραυστος''': -ον, ὁ δυσκόλως θραυόμενος, Διοσκ. 4. 143. | |lstext='''δύσθραυστος''': -ον, ὁ δυσκόλως θραυόμενος, Διοσκ. 4. 143. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[difícil de romper o partir]]de partes de plantas y de cartílagos, Dsc.1.4.1, 4.80, 154, Gal.3.919, Aët.2.196<br /><b class="num">•</b>[[difícil de triturar]] φρυγεῖσα κριθή Gal.6.509, ὅταν ὦσι χονδροὶ καὶ δύσθραυστοι (αἱ ἅλες) Gal.11.694, σκωρία μολύβδου Dsc.5.82, (λίθοι) Phlp.<i>in de An</i>.410.10. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:59, 21 August 2017
English (LSJ)
ον,
A hard to break, Dsc.4.154, Gal. UP11.17.
German (Pape)
[Seite 681] = δύσθλαστος, Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
δύσθραυστος: -ον, ὁ δυσκόλως θραυόμενος, Διοσκ. 4. 143.
Spanish (DGE)
-ον
difícil de romper o partirde partes de plantas y de cartílagos, Dsc.1.4.1, 4.80, 154, Gal.3.919, Aët.2.196
•difícil de triturar φρυγεῖσα κριθή Gal.6.509, ὅταν ὦσι χονδροὶ καὶ δύσθραυστοι (αἱ ἅλες) Gal.11.694, σκωρία μολύβδου Dsc.5.82, (λίθοι) Phlp.in de An.410.10.