περιτυλίσσω: Difference between revisions
From LSJ
Παρθένε, ἐν ἀκροπόλει Τελεσῖνος ἄγαλμ' ἀνέθηκεν, Κήττιος, ᾧ χαίρουσα, διδοίης ἄλλο ἀναθεῖναι → O Virgin goddess, Telesinos from the deme of Kettos has set up a statue on the Acropolis. If you are pleased with it, please grant that he set up another
(6_3) |
(32) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περιτυλίσσω''': [[τυλίσσω]] ὁλόγυρα, Ἡσύχ. ἐν λ. ἐσπαργάνωσιν· «περιτυλίξας, περιειλήσας» Φώτ. | |lstext='''περιτυλίσσω''': [[τυλίσσω]] ὁλόγυρα, Ἡσύχ. ἐν λ. ἐσπαργάνωσιν· «περιτυλίξας, περιειλήσας» Φώτ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ΝΜΑ και [[περιτυλίγω]] Ν<br /><b>1.</b> [[τυλίγω]] [[κάτι]] [[γύρω]] [[γύρω]], [[καλύπτω]] [[κάτι]] από [[παντού]]<br /><b>2.</b> [[τυλίγω]] [[κάτι]] [[γύρω]] από [[κάτι]] [[άλλο]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:17, 29 September 2017
English (LSJ)
A wrap round, Sor.1.82,84, Hsch.s.v. ἐσπαργάνωσεν, Phot.
Greek (Liddell-Scott)
περιτυλίσσω: τυλίσσω ὁλόγυρα, Ἡσύχ. ἐν λ. ἐσπαργάνωσιν· «περιτυλίξας, περιειλήσας» Φώτ.
Greek Monolingual
ΝΜΑ και περιτυλίγω Ν
1. τυλίγω κάτι γύρω γύρω, καλύπτω κάτι από παντού
2. τυλίγω κάτι γύρω από κάτι άλλο.