αἱμυλομήτης: Difference between revisions
From LSJ
Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fides → Vertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht
(6_19) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αἱμῠλομήτης''': -ου, ὁ ἐπιχαρίτως, θελκτικῶς ἐξαπατῶν, ὁ θωπευτικῶς [[πανοῦργος]], Λατ. blande decipiens, Ὕμ. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 13, [[ἔνθα]] ὁ Ruhnk ἐξ εἰκασίας προτείνει αἱμυλόμυθος. | |lstext='''αἱμῠλομήτης''': -ου, ὁ ἐπιχαρίτως, θελκτικῶς ἐξαπατῶν, ὁ θωπευτικῶς [[πανοῦργος]], Λατ. blande decipiens, Ὕμ. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 13, [[ἔνθα]] ὁ Ruhnk ἐξ εἰκασίας προτείνει αἱμυλόμυθος. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />habile dans l’art de tromper.<br />'''Étymologie:''' [[αἱμύλος]], [[μῆτις]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:38, 9 August 2017
English (LSJ)
ου, ὁ,
A of winning wiles, h.Merc.13.
Greek (Liddell-Scott)
αἱμῠλομήτης: -ου, ὁ ἐπιχαρίτως, θελκτικῶς ἐξαπατῶν, ὁ θωπευτικῶς πανοῦργος, Λατ. blande decipiens, Ὕμ. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 13, ἔνθα ὁ Ruhnk ἐξ εἰκασίας προτείνει αἱμυλόμυθος.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
habile dans l’art de tromper.
Étymologie: αἱμύλος, μῆτις.